Η Ελληνική Επανάσταση εκκολάφθηκε, σε μεγάλο βαθμό, μέσα στις ελληνικές κοινότητες της Διασποράς. Αυτό ήταν το βασικό συμπέρασμα του διεθνούς επιστημονικού συνεδρίου «Παροικιακός ελληνισμός και Επανάσταση του 1821» που πραγματοποιήθηκε, στις 25-27 Ιουνίου 1821 στη Βενετία και οργανώθηκε από το Ελληνικό Ινστιτούτο Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών Σπουδών που εδρεύει εκεί.
Μέσα από εισηγήσεις περισσοτέρων από είκοσι συνέδρων από την Ελλάδα και το εξωτερικό, αναλύθηκε ενδελεχώς η οργάνωση των κοινοτήτων της Διασποράς, από την Πίζα, το Λιβόρνο, τη Βενετία και την Τεργέστη έως τη Μασσαλία, τη Βιέννη, το Ιάσιο, το Κισνόβιο και την Οδησσό, ενώ εξετάστηκε διεξοδικά και η σχέση τους με τον υπόδουλο Ελληνισμό, υπό το πρίσμα της υπάρχουσας βιβλιογραφίας αλλά και νέων αρχειακών δεδομένων και αναγνώσεών τους από τους ιστορικούς. Παρουσιάστηκαν, επίσης, οι αντιθέσεις μεταξύ των μελών των παροικιών, οι απόψεις τους για την έναρξη της Επανάστασης, που στην περίπτωση που δεν ήταν θετικές, δεν είχαν να κάνουν με το γεγονός της ανεξαρτησίας, αλλά με τον χρόνο και τον τόπο από τον οποίο ξεκίνησε ο αγώνας της εθνεγερσίας. Κατατέθηκαν, επίσης, απόψεις Ελλήνων και ξένων ιστορικών και ερευνητών, οι οποίες προσδίδουν διαφορετικά κίνητρα στην έναρξη της Επανάστασης.
Διαπιστώθηκε ότι οι έμποροι, οι λόγιοι, οι φοιτητές και οι κληρικοί αποτέλεσαν το τμήμα του απόδημου Ελληνισμού που επηρέασε και στήριξε περισσότερο τους επαναστατημένους Έλληνες, ενώ επισημάνθηκε μία διαφοροποίηση μεταξύ των παροικιών της Ευρώπης και της Ρωσίας. Στη ρωσική αυτοκρατορία πολλοί Έλληνες υπηρέτησαν ως στρατιώτες, αξιωματούχοι και διπλωμάτες, σε πολλές περιπτώσεις σε αμιγώς ελληνικό στράτευμα, γιατί θεωρούσαν ότι η ομόδοξη χώρα θα βοηθούσε στην επίτευξη του στόχου της ανεξαρτησίας. Επιπλέον εξετάστηκαν οι λόγοι για τους οποίους άλλες κοινότητες της Διασποράς ενίσχυσαν περισσότερο και άλλες λιγότερο την Επανάσταση. Οι λόγοι αυτοί ήταν οικονομικοί, ενώ είχαν να κάνουν με την προσωπικότητα, τον προσανατολισμό των μελών τους, καθώς και με την πολιτική των κυβερνήσεων στις οποίες λειτουργούσαν.
Το σταθερό σημείο όμως είναι ότι οι κοινότητες της Διασποράς στήριξαν τον αγώνα των υποδούλων Ελλήνων ποικιλότροπα: οικονομικά, πολιτικά, πολιτιστικά, με την αποστολή εφοδίων και εθελοντών – με κάθε δυνατό τρόπο. Σε γενικές γραμμές, διαπιστώνουμε ότι όπου δημιουργούσαν παροικίες οι Έλληνες, πρώτα οικοδομούσαν τον ναό και το σχολείο τους και γύρω τους οργάνωναν τη θρησκευτική και κοινωνική τους ζωή. Ακόμη και τα ονόματα των αγίων στους οποίους αφιέρωναν τους ναούς τους είχαν τη σημασία τους. Παράλληλα προσκαλούσαν νέους Έλληνες από την Οθωμανική Αυτοκρατορία να σπουδάσουν. Καλλιέργησαν την παιδεία και κάλεσαν έγκριτους διδασκάλους να διδάξουν στα κοινοτικά σχολεία. Επίσης εξέδωσαν εφημερίδες, βιβλία και έκαναν γνωστό τον αγώνα των συμπατριωτών τους, παρουσιάζοντάς τον ως έναν αγώνα των υπόδουλων χριστιανών εναντίον των μουσουλμάνων κατακτητών.
Οι εισηγήσεις των συνέδρων θα δημοσιευθούν σύντομα σε ειδικό τόμο από το Ινστιτούτο Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών Σπουδών της Βενετίας.