Μουσείο Εικόνων

Το Ελληνικό Ινστιτούτο Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών Σπουδών Βενετίας κληρονόμησε από την Ελληνική Κοινότητα της πόλης μια από τις σημαντικότερες συλλογές έργων ορθόδοξης τέχνης. Η ιστορία της συλλογής συνδέεται άρρηκτα με την ιστορία της Ελληνορθόδοξης Αδελφότητας Βενετίας και αντανακλά τη σπουδαιότητα της πιο σημαντικής παροικίας των Ελλήνων στη δυτική Ευρώπη. Το μοναδικό στο είδος του Μουσείο Εικόνων περιλαμβάνει ορισμένες από τις καλύτερες βυζαντινές και μεταβυζαντινές εικόνες της συλλογής, έργα μικροτεχνία, χειρόγραφα, έγγραφα και διάφορα αξιόλογα τεκμήρια της ιστορίας των Ελλήνων της Βενετίας. Το Μουσείο στεγάζεται στον πρώτο όροφο διώροφου κτηρίου στο Campo dei Greci, δίπλα από την εκκλησία του Αγίου Γεωργίου, τη λεγόμενη Scoletta, όπου από το 1678 ως τις αρχές του 20ού αιώνα λειτουργούσε το Νοσοκομείο της Ελληνορθόδοξης Αδελφότητας.

Το Μουσείο εγκαινιάστηκε το 1959 και ανακαινίστηκε το 1999.

Στη μουσειακή συλλογή περιλαμβάνονται αριστουργήματα της βυζαντινής αγιογραφίας όπως οι εικόνες που έφερε από την Κωνσταντινούπολη,τον 15ο αιώνα, η Άννα Παλαιολογίνα Νοταρά και τις οποίες πρόσφερε στην Αδελφότητα. Η μεταβυζαντινή τέχνη εκπροσωπείται στο Μουσείο από δεκάδες έργα ανώνυμων αλλά και επώνυμων ζωγράφων, όπως ο Γεώργιος Κλόντζας, ο Μιχαήλ Δαμασκηνός, ο Εμμανουήλ Λαμπάρδος, ο Φραγκιάς Καβερτζάς, ο Βίκτωρ, ο Ιωάννης Απακάς, ο Βενέδικτος Εμπόριος, ο Εμμανουήλ Τζανφουρνάρης, ο Θωμάς Μπαθάς, ο Εμμανουήλ και ο Κωνσταντίνος Τζάνες, ο Θεόδωρος Πουλάκης και ο Ιωάννης Μόσκος. Δεδομένου ότι πολλές από τις μεταβυζαντινές εικόνες ανήκουν στη λεγόμενη κρητική σχολή, δίνεται η δυνατότητα στον επισκέπτη να παρακολουθήσει την εξέλιξη της τέχνης των κρητικών ζωγράφων από τον 15ο έως και το 17ο αιώνα.

Επίσης, στο Μουσείο εκτίθενται πολύτιμα χειρόγραφα μεταξύ των οποίων ένα περγαμηνό ευαγγελιστάριο του 13ου αιώνα, το μοναδικό Μυθιστόρημα του Μεγάλου Αλεξάνδρου με τις 250 μικρογραφίες και την περίληψη των κειμένων σε παλαιοθωμανική γραφή, καθώς και πάπυρος που χρονολογείται από την εποχή του Ιουστινιανού και προέρχεται από τη Ραβέννα. Τη μουσειακή συλλογή συμπληρώνουν έντυπο ευαγγέλιο του 18ου αιώνα, με βελούδινη στάχωση διακοσμημένη με χυτά ασημένια πλακίδια, καθώς και διάφορα κειμήλια, όπως άμφια, ζώνες και εγκόλπια μητροπολιτών, χρυσά και αργυρά αντικείμενα μικροτεχνίας, πατριαρχικά και δουκικά έγγραφα, με τα οποία είχαν επικυρωθεί τα προνόμια που κατά καιρούς είχαν παραχωρηθεί στην Αδελφότητα και την εκκλησία των Ελλήνων.